-------ψηφιακές συλλογές--------
 


Ιωάννης Δ. Βακιρτζής, Ιστορία της Ηγεμονίας Σάμου, 1834-1912, Γ.Α.Κ. - Αρχεία Ν. Σάμου, Σάμος 1912

επιστροφή

Προλογικό σημείωμα

Η ιστορία της σαμιακής αυτονομίας 1834-1912 του Ιωάννη Βακιρτζή που για πρώτη φορά εκδίδεται, υπήρξε ένας από τους μεγάλους πόθους του συγγραφέα της, πόθος  που θάφτηκε κάτω από τα ερείπια του σπιτιού του κατά τον άγριο βομβαρδισμό της Σάμου από τους Γερμανούς το Νοέμβριο του 1943. Η πολυσέλιδη εκείνη μελέτη του τότε καταστράφηκε, αλλά στα δύσκολα χρόνια μετά την απελευθέρωση, ο Βακιρτζής, με υπομονή και επιμονή, την ξανάγραψε, τη δακτυλογράφησε, πρόσθεσε διορθώσεις και σημειώσεις. Όμως δεν αξιώθηκε να τη δει τυπωμένη, όπως ονειρευόταν, ενσωματωμένη στην Ιστορία της Σάμου που είχε εκδώσει το 1912. Tον Ιανουάριο του 1950 έκλεισε για πάντα ο κύκλος της ζωής του. Στόχος του ήταν μια γενική ιστορία του νησιού από τα αρχαία χρόνια μέχρι το τέλος της ηγεμονίας και στη συνέχεια  η εξιστόρηση των γεγονότων που αφορούσαν τη Σάμο μετά τη ένωση στην περίοδο του μεσοπολέμου. Τα δακτυλόγραφα της ιστορίας μαζί με άλλα κατάλοιπα του αρχείου του περιήλθαν στον γιο του Φωτεινό και, κατόπιν επιθυμίας του, μετά τον θάνατό του, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους νομού Σάμου.  

Η έκδοσή αυτής της εργασίας, που πραγματοποιείται με καθυστέρηση εξήντα περίπου χρόνων, δεν αποτελεί απλά μια συμβατική υποχρέωση των ΓΑΚ Σάμου, όπου φυλάσσεται το δακτυλόγραφο του Βακιρτζή, ούτε εκπλήρωση μιας υπόσχεσης προς τον αείμνηστό γιο του Φωτεινό και τη σύζυγό του κυρία Άντα Βακιρτζή που δώρισε στα ΓΑΚ το αρχείο του Ιωάννη Βακιρτζή. Είναι πολύ περισσότερο ένα επιβεβλημένο καθήκον των Αρχείων της Σάμου, τιμώντας τον συγγραφέα και την προσφορά του στο νησί, να φέρουν στο φως της δημοσιότητας ένα πολύμοχθο έργο που θα φωτίσει καλύτερα την περίοδο της ηγεμονίας Σάμου και θα συμβάλει στην έρευνα και μελέτη της τοπικής μας ιστορίας για τον 19ο αιώνα. Στόχος, λοιπόν, της έκδοσης είναι να κάνει γνωστό ένα αξιόλογο έργο, άγνωστο και αναξιοποίητο για πολλά χρονιά. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι δεν υπάρχουν πολλές δημοσιευμένες ιστορικές μονογραφίες για την περίοδο της αυτονομίας, η ιστορία του Ιωάννη Βακιρτζή έρχεται να συμπληρώσει κενά, να υποστηρίξει και να δώσει αφορμές για περαιτέρω έρευνα και νέες συνθετικές εργασίες.

Η Ιστορία της Ηγεμονίας του Βακιρτζή είναι βέβαια μια ιστορική μελέτη, αλλά ταυτόχρονα, σε πολλά σημεία της, μια βιωματική προσέγγιση του παρελθόντος, δεδομένου ότι ο συγγραφέας της είχε ζήσει μεγάλο μέρος της ζωής του υπό το ηγεμονικό καθεστώς. Είχε γνωρίσει από κοντά πρόσωπα και πράγματα της ηγεμονίας, είχε υπηρετήσει τους θεσμούς της, είχε συμμετάσχει σε πολιτικούς αγώνες, είχε επηρεασθεί από ιδεολογίες, είχε κάνει τις προσωπικές του επιλογές με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ιστορική συγγραφή. Υπό την έννοια αυτή αποτελεί παράλληλα μια αρχειακή πηγή με τη σημασία της προσωπικής μαρτυρίας.

Ο Ιωάννης Βακιρτζής υπήρξε ένας από τους πιο αξιόλογους Σαμιώτες λογίους των τελευταίων χρόνων της Ηγεμονίας και του μεσοπολέμου, με φήμη που ξεπερνούσε τα όρια της Σάμου. Αυτοδίδακτος δημοσιογράφος, διηύθυνε με επιτυχία την εφημερίδα Πρόοδος στο διάστημα 1905 - 1908 και κατόπιν τη δική του εφημερίδα Αιγαίον από το 1912 μέχρι το 1941. Και μόνον η αρθρογραφία του σ' αυτές τις δυο εφημερίδες για μισόν περίπου αιώνα αποτελεί τεράστια προσφορά για την ιδιαίτερη πατρίδα του.

Γεννήθηκε στους Μυτιληνιούς το 1878, σχεδόν στο μέσον της ηγεμονικής περιόδου, όταν το καθεστώς είχε παγιωθεί. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο χωριό του και στη συνέχεια σπούδασε στο Πυθαγόρειο Γυμνάσιο στον Λιμένα Βαθέος, πρωτεύουσα της ηγεμονίας, όπου δίδασκαν σπουδαίοι καθηγητές όπως ο Κωνσταντίνος Κατεβαίνης και ο Γεώργιος Σωτηρίου, καθώς και ο μουσικοδιδάσκαλος Γρηγόριος Κωνσταντάς, ο οποίος είχε ιδρύσει Μουσική Σχολή και δίδασκε βυζαντινή μουσική τους γυμνασιόπαιδες. Από αυτόν ίσως έμαθε μουσική και μυήθηκε στην ψαλτική τεχνη και στην απόδοση των εκκλησιαστικών ύμνων. Όταν ο Βακιρτζής φοιτούσε στο Γυμνάσιο, η πόλη του Βαθιού είχε αρχίσει να λαμβάνει την όψη πρωτεύουσας με το νεόκτιστο ηγεμονικό μέγαρο να δεσπόζει στο μέσον της προκυμαίας, κοντά στο λιμάνι και στην πλατεία. Νεόκτιστα επίσης ήταν το νοσοκομείο και το γυμνάσιο. Άλλα δημόσια κτίρια, από αυτά που διασώθηκαν ως τις μέρες  μας, δεν είχαν ακόμη κτισθεί. Υπήρχαν βέβαια τα προξενεία των ευρωπαϊκών δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, η παραλιακή λεωφόρος μόλις είχε λιθοστρωθεί και ο προστατευτικός λιμενοβραχίονας είχε αρχίσει να κατασκευάζεται. Βρέθηκε, λοιπόν, να σπουδάζει σε μια πόλη υπό διαμόρφωση που ωστόσο διέθετε ήδη την αίγλη της πρωτεύουσας.

Ο Λιμήν Βαθέος στις αρχές της δεκαετίας του 1890 δεν ήταν μια οποιαδήποτε πρωτεύουσα επαρχίας. Ήταν το κέντρο ενός αυτόνομου κρατιδίου, με τον ηγεμόνα -πρίγκιπα της Σάμου, την τοπική κυβέρνησή του, τις συνελεύσεις των πληρεξουσίων, τις προξενικές αρχές, το ηγεμονικό τυπογραφείο, το εμπόριο με τη Σμύρνη και άλλες περιοχές της οθωμανικής αυτοκρατορίας, την ανερχόμενη βιομηχανία του καπνού. Ήταν παράλληλα η εποχή που η τοπική κοινωνία αναζητούσε διεξόδους στα πιεστικά προβλήματα που είχε προκαλέσει η εκτεταμένη καταστροφή των αμπελιών από τη φυλλοξήρα. Ο Βακιρτζής προερχόταν από μια κωμόπολη που είχε πληγεί πάρα πολύ από αυτή την αρρώστια των αμπελιών και είχε δοκιμάσει την ένοπλη βία των δυνάμεων του ηγεμονικού καθεστώτος στη διάρκεια  μιας διαμαρτυρίας αγροτών στους Μυτιληνιούς το 1893, κατά την οποία υπήρξαν συγκρούσεις και θύματα, σε μια εποχή μάλιστα που διοικούσε τη Σάμο ο ικανότατος ηγεμόνας Αλέξανδρος Καραθεοδωρή.

Τα γεγονότα εκείνα, η κατάσταση που επικρατούσε γύρω του, οι προβληματισμοί για το μέλλον που ίσως συζητιόνταν και μεταξύ των μαθητών του γυμνασίου, πιθανόν του έδωσαν τα κίνητρα να εκφράσει τις απόψεις του για το μέλλον του τόπου. Η νεανική του ορμή αναζήτησε λύσεις προοδευτικές και ρεαλιστικές για την εποχή του. Άλλωστε ένας αιώνας πολυτάραχος τελείωνε και σε λίγο θα άρχιζε ένας άλλος με πολλές προσδοκίες. Ύστερα από τους πρώτους ολυμπιακούς αγώνες που είχαν γίνει στην Αθήνα, πολλά γεγονότα διαμόρφωναν πρόσφορο κλίμα για εθνικές επιδιώξεις. Το Κρητικό ζήτημα, οι πρόσφυγες που κατέφυγαν στη Σάμο, η ήττα του 1897, ο μακεδονικός αγώνας, αλλά και οι όλο και περισσότεροι νέοι που σπούδαζαν στην Αθήνα και επέστρεφαν στο νησί, ο δρόμος της μετανάστευσης μέσω Πειραιά προς την Αμερική, όλα αυτά προσανατολίζουν τη Σάμο προς το εθνικό κέντρο.

Η δυνατότητα να εκφράσει τις ιδέες του σε σημαντικά ζητήματα του νησιού, που αφορούσαν την οικονομία, του δόθηκε μέσα από τις σελίδες της μαχητικής εφημερίδας Φως του Γ. Ν. Καρατζά. Το Φως κυκλοφορούσε στη Σάμο από τα τέλη Δεκεμβρίου του 1896. Ο εκδότης και συντάκτης των πιο μαχητικών και ριζοσπαστικών άρθρων της εφημερίδας ο φιλόλογος καθηγητής του Γυμνασίου Γ. Ν. Καρατζάς, από τον Μαραθόκαμπο, διηγηματογράφος και δημοτικιστής, προσείλκυσε νέους ανθρώπους με τα θέματα που προέβαλλε μέσα από τις στήλες της εφημερίδας του. Ο νεαρός Βακιρτζής σε ηλικία 19 χρονών δημοσιεύει στο Φως το πρώτο του άρθρο στο φύλλο 24, 15-6-1897 με τίτλο "Ολίγα περί οινοποιίας". Ένα χρόνο αργότερα στη ίδια εφημερίδα στο φύλλο 92, 29-9-1898 επανέρχεται δημοσιεύοντας ένα ακόμα άρθρο,  με τον σεμνό τίτλο "Ολίγα περί της εγχωρίου βιομηχανίας". Και στα δυο αυτά εκτενή άρθρα δεν μιμείται το καυστικό ύφος του Καρατζά. Με μεθοδικότητα παρουσιάζει την κατάσταση βασικών κλάδων της σαμιακής οικονομίας, αμπελουργίας, οινοποιίας, καπνοβιομηχανίας και βυρσοδεψίας, για να καταλήξει σε συμπεράσματα και πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας, οι οποίες θα μπορούσαν να συντελέσουν στον εκσυγχρονισμό και στη βελτίωση των συνθηκών ζωής στο νησί. Στις πρώτες αυτές διά του τύπου δημόσιες εμφανίσεις, εκφράζει την μεγάλη αγάπη του για την ιδιαίτερη πατρίδα του, αγάπη που στη συνέχεια της ζωής του θα αναγάγει σε προσωπική του πολιτική ιδεολογία.

Το Φως δεν ήταν η μοναδική εφημερίδα που κυκλοφορούσε στη Σάμο εκείνη την εποχή. Είχε προηγηθεί η συντηρητικών αρχών Ευνομία των νομικών Ηρακλή Θαλασσινού και Σωκράτη Ιωαννίδη από το 1894, με την οποία ο Βακιρτζής δεν φαίνεται να συνεργάστηκε. Υπήρχε ακόμα και η επίσημη της Ηγεμονίας με τον τίτλο Σάμος, πού ήδη, από το 1894, είχε μετονομασθεί σε Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Από το ηγεμονικό τυπογραφείο εκδίδονταν όχι μόνο εφημερίδες και διατάγματα της διοίκησης, αλλά και βιβλία μερικές φορές αρκετά ογκώδη.

Ο πνευματικός κόσμος του νησιού στη δεκαετία του 1890 δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητος. Πολλοί νομικοί, φιλόλογοι, γιατροί, δάσκαλοι, λογοτέχνες, ποιητές συγκροτούσαν μια πνευματική ελίτ στις δυο μεγάλες πόλεις Βαθύ και Καρλόβασι. Τα εξήντα χρόνια αυτονομίας έδειχναν πως πολλά μπορούσαν να γίνουν. Ο γέροντας Επαμεινώνδας  Σταματιάδης, συνέχιζε να είναι διευθυντής του Ηγεμονικού Γραφείου, τιμημένος με πολλά βραβεία και παράσημα, εκτιμώμενος από τους συμπολίτες του ως μια μεγάλη φυσιογνωμία όχι μόνον της διοίκησης αλλά προπάντων των γραμμάτων. Η πεντάτομη ιστορία του με τίτλο Σαμιακά είχε ολοκληρωθεί από το 1885 στο ηγεμονικό τυπογραφείο και είχε κάνει μεγάλη εντύπωση στους Σαμιώτες για την επιστημονική εγκυρότητα, το πλήθος των πληροφοριών και την εκδοτική αρτιότητα. Είχε πια και η Σάμος τον δικό της ιστορικό με μεγάλο κύρος και φήμη έξω από την ηγεμονία. Στα τέλη της δεκαετίας και ο άλλος ιστορικός, νομικός και δικαστής, Νικόλαος Σταματιάδης άρχισε να εκδίδει σε φυλλάδια τα δικά τουΣαμιακά που αφορούσαν την ένδοξη περίοδο της Σάμου κατά την επανάσταση και διέσωζαν πολλές πηγές του σαμιακού αγώνα. Την ίδια περίοδο άρχισε να εορτάζεται με μεγάλη επισημότητα η επέτειος της 6ης Αυγούστου 1824 ως τοπική εθνική εορτή. Ο Καρατζάς, με τα διηγήματά του και τα ευρηματικά χρονογραφήματά του σε λαϊκή γλώσσα, τα μαχητικά του άρθρα και τις αναλύσεις που είχαν ως θέμα τι έχουμε και τι θα μπορούσαμε να έχουμε, έδινε έναν άλλο τόνο στην πνευματική ζωή της Σάμου προβάλλοντας προτάσεις και οράματα για το μέλλον. Ο Ζήσιμος Σίδερης, νεαρός δικηγόρος και ποιητής, επίσης πρωτοεμφανιζόταν από τις στήλες του Φωτός του Καρατζά. Υπήρχαν ακόμα αρκετοί νομικοί και δικαστές που με επικεφαλής τον Επ. Φραγκούλη συνέταξαν και τύπωσαν Σαμιακό Αστικό Κώδικα. Η σύνταξη του Κώδικα υποδήλωνε ότι ένα μέρος του επιστημονικού και πολιτικού κόσμου της Σάμου είχε συμβιβασθεί με το καθεστώς και πίστευε ότι αυτό θα είχε μεγάλη διάρκεια.

Στην πολιτική κυριαρχούσε ο πολιτευτής Καρλοβασίων Ιωάννης Χατζηγιάννης και το κόμμα του για πολλά χρόνια θεωρούνταν ως κατεστημένο. Το Φως ασκούσε δριμεία κριτική στο χατζηγιαννικό κόμμα, ενώ οι νέοι πολιτικοί προσπαθούσαν να οργανωθούν. Καθώς τελείωνε ο αιώνας οι αντίπαλοι του Χατζηγιάννη συγκρότησαν το Προοδευτικό κόμμα και αναγνώρισαν ως αρχηγό τους τον αρχαιολόγο Θεμιστοκλή Σοφούλη. Ο Βακιρτζής, αν και δεν αναμείχθηκε ενεργά στην πολιτική, ανήκε στους κύκλους των προοδευτικών διαβλέποντας πως το μέλλον της Σάμου θα διαγραφόταν λαμπρό υπό την ηγεσία του Σοφούλη.

Καθώς ανατέλλει ο 20ός αιώνας η εικόνα της Σάμου είναι πολύ διαφορετική απ' ό,τι πριν μια εικοσαετία. Έχουν κτισθεί σχολεία, έχουν ιδρυθεί πολλοί σύλλογοι, δυο φιλαρμονικές στο Βαθύ και στο Καρλόβασι, έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες στα δυο μεγάλα λιμάνια του νησιού, έχει πυκνώσει η συγκοινωνία, κατασκευάζεται η αμαξιτή οδός Βαθέος - Καρλοβάσου, πληθαίνουν οι βιομηχανικές επιχειρήσεις. Αδιάψευστοι μάρτυρες της εξέλιξης τα μεγάλα νεοκλασικά κτίρια, το μέγαρο της Βουλής, η Μαυρογένειος Σχολή στην πρωτεύουσα, το ηγεμονικό μέγαρο, η Πορφυριάδα Σχολή, το Χατζηγιάννειο Παρθεναγωγείο στο Καρλόβασι. Η Σάμος φαίνεται να αναπτύσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς. Όσο περισσότερο συνειδητοποιείται η αυτονομία, άλλο τόσο είναι πιο εμφανής ο ιδεολογικός προσανατολισμός προς την Ελλάδα. Τα προβλήματα όμως παραμένουν άλυτα και πιεστικά, ιδιαίτερα στον αγροτικό πληθυσμό. Πολλοί νέοι αναζητούν σε ξένους τόπους καλύτερες συνθήκες ζωής. Η μετανάστευση που είχε αρχίσει από καιρό προς την Αίγυπτο τώρα έχει στραφεί προς την Αμερική και αυξάνεται, όσο περνούν τα χρόνια, πολύ επικίνδυνα. Ένα σημαντικό μέρος του ενεργού πληθυσμού ξενιτεύεται για πάντα, παρόλο που έχουν εισαχθεί νέες καλλιέργειες στο νησί, π.χ. του καπνού, και έχουν γίνει αναμπελώσεις των κατεστραμμένων από φυλλοξήρα αμπελώνων.  

Ο Βακιρτζής, για οικονομικούς λόγους, δεν μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές του. Γοητεύεται από το επάγγελμα του δημοσιογράφου και αυτό επιλέγει για το μέλλον. Σπουδάζει για έξι μήνες στενογραφία στην Αθήνα (Οκτώβριο 1902 έως Απρίλιο 1903), κοντά στον στενογράφο της Ελληνικής Βουλής Αντώνιο Μηλιαράκη, και επιστρέφοντας στη Σάμο γίνεται στενογράφος της Σαμιακής Γενικής Συνέλευσης των Πληρεξουσίων, ενώ παράλληλα συνεχίζει τη συνεργασία του στην εφημερίδα Νέα Ζωή του Β. Καριώτογλου, στην οποία ήδη από το 1901 εργαζόταν ως συντάκτης. Το 1903 τυπώνει σε καλαίσθητο τόμο το Σαμιακόν Ημερολόγιον Χρονογραφικόν και Φιλολογικόν του έτους 1904.  Στο  Ημερολόγιο αυτό δημοσιεύονται εκτός από δικά του διηγήματα, άρθρα και βιογραφίες ηγεμόνων ή επιφανών Σαμίων, ποιήματα του Ζήσιμου Σίδερη, της Ελένης Σβορώνου, της Ελπίδας Βοντζαλίδου, του Ιωάννη Πολέμη, διηγήματα του Καρατζά, του Λ. Ζαχαρίου  και άλλων τοπικών λογίων.
Το 1905 είναι συντάκτης της νέας εφημερίδας Πρόοδος που εκδίδει ο ποιητής Ζήσιμος Σίδερης και ένα χρόνο αργότερα γίνεται ο μοναδικός εκδότης και διευθυντής της. Η Πρόοδος απηχεί τις απόψεις του "Προοδευτικού" κόμματος του Σοφούλη ο οποίος έχει πλέον αναγνωρισθεί ως πολιτικός ηγέτης και κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή της Σάμου. Η εφημερίδα είναι πολιτική και φιλολογική. Πέρα από τα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα που θίγει, φιλοξενεί στις στήλες της χρονογραφήματα και λογοτεχνία, διηγήματα και ποιήματα. Η Πρόοδος επιχειρεί να διαμορφώσει την σαμιακή κοινή γνώμη προβάλλοντας μεγάλα εθνικά θέματα του ελληνισμού. Ασχολείται επί μακρόν με τους αλύτρωτους Έλληνες της Μικράς Ασίας και της Μακεδονίας, προβάλλει με έμφαση ειδήσεις από τον μακεδονικό αγώνα, δημοσιεύει επιστολές μεταναστών από την Αμερική στις οποίες διεκτραγωδούν τα πάθη τους και  κηρύσσεται αναφανδόν εναντίον της μετανάστευσης την οποία θεωρεί ως αφαίμαξη του ελληνισμού, που αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στην παρακμή των ελληνικών χωρών. Στην Πρόοδο αποκρυσταλλώνεται και η πατριωτική ιδεολογία του Βακιρτζή. Προσανατολίζεται σε ό,τι κατά την άποψή του συμφέρει τον μικρό τόπο της ιδιαίτερης πατρίδας και σε ό,τι ωφελεί βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα τον ευρύτερο ελληνισμό με την μεγάλη ιστορία του. Το 1906 και 1908 τυπώνει δυο ακόμη Ημερολόγια. Αυτός ο τύπος της ανά έτος περιοδικής έκδοσης βρίσκει μιμητές τον Θρασύβουλο Μάλη και την Ελένη Σβορώνου. Η τελευταία από το 1908 μέχρι το θάνατό της το 1918 εξέδιδε τακτικά κατ' έτος το Μικρασιατικόν Ημερολόγιον.

Η Πρόοδος παύεται οριστικά με το κίνημα εναντίον του ηγεμόνα Ανδρέα Κοπάση, στις 12 Μαΐου 1908. Ο Βακιρτζής διώκεται με την κατηγορία ότι συμμετείχε στο κίνημα, καταδικάζεται και φυλακίζεται για μικρό χρονικό διάστημα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1908. Ο Σοφούλης και άλλοι συνεργάτες του, μεταξύ των οποίων και ο ποιητής Ζήσιμος Σίδερης διαφεύγουν στην Ελλάδα, ενώ τα σαμιακά δικαστήρια τους καταδικάζουν ερήμην σε θάνατο. Ο ηγεμόνας Κοπάσης επιχειρεί να προσεταιρισθεί τον Βακιρτζή μετά την αποφυλάκισή του και του προτείνει να αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Νέα Σάμος, που εκδίδει ο ίδιος αλλά αποτυγχάνει. Ο Βακιρτζής προτιμά να ιδιωτεύσει παρά να έχει οποιαδήποτε συνεργασία με το καθεστώς και τον ηγεμόνα που καταπάτησε τον προνομιακό χάρτη της Σάμου και έφερε στο νησί τουρκικό στρατό για να στηρίξει την πολιτική του. Το καθεστώς του Κοπάση προσέβαλε τις αρχές του Βακιρτζή, γιατί "αντετίθετο προς το εθνικόν αίσθημα και τας φιλελευθέρας αρχάς". Η άποψη που διατυπώνει στην Ιστορία του για τη χρηστή διοίκηση είναι σαφής: "την διοίκησιν παντός τόπου δεν εξαίρει και δεν ασφαλίζει μόνον η διευθέτησις των δημοσίων οικονομικών, υπέρ ταύτα δε η ελευθερία και η δι' αυτής εκφαινομένη αγάπη προς την πατρίδα, ως το τιμιώτατον αγαθόν, δεν θα παύσουν να αποτελούν τα πρώτα και τα σπουδαιότερα ερείσματα της πολιτικής και κοινωνικής προόδου και ευημερίας".

Στο διάστημα της κοπασικής περιόδου ο Βακιρτζής στρέφεται στη μελέτη της τοπικής ιστορίας και συγγράφει την Επίτομη Ιστορία της Σάμου, που εκδίδεται το 1912. Στηρίζεται στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και κυρίως στα Σαμιακά του Σταματιάδη, τα οποία όσο σπουδαία και αν ήταν αποτελούσαν μια ιστορία δύσχρηστη λόγω του όγκου της. Η Ιστορία του Βακιρτζή φτάνει μέχρι το 1834, είναι επίτομη, πιο προσιτή και πιο εύχρηστη. Το εγχείρημά του είχε επιτυχία και τον καθιέρωσε ως ιστορικό, συνεχιστή του Σταματιάδη. Δεν γνωρίζουμε σε πόσα αντίτυπα κυκλοφόρησε  η επίτομη ιστορία του, γεγονός πάντως είναι ότι εξαντλήθηκε σύντομα και σήμερα είναι δυσεύρετη.
Μετά τη δολοφονία του Κοπάση, τον Μάρτιο του 1912, ο Βακιρτζής διαβλέπει το οριστικό τέλος του καθεστώτος. Επιδίωξη των νησιωτών του Ανατολικού Αιγαίου είναι η απόσχιση από την οθωμανική αυτοκρατορία και η ένωσή τους με την Ελλάδα. Το καλοκαίρι του 1912 οι Ικαριώτες επαναστατούν και ιδρύουν την Ανεξάρτητη Ικαριακή Πολιτεία. Το Σεπτέμβριο ακολουθεί η σαμιακή επανάσταση με αρχηγό τον μέχρι τότε εξόριστο Θεμιστοκλή Σοφούλη. Στην αυτόνομη Σάμο που τελεί υπό την προστασία των ευρωπαϊκών Δυνάμεων οι νεοεκλεγέντες πληρεξούσιοι της Γενικής Συνέλευσης επιδιώκουν αλλαγές με υπομνήματα προς τις Δυνάμεις που θα οδηγήσουν σε κάποια μορφή ανεξαρτησίας. Ο Βακιρτζής συμμετέχει στον εθνικό αγώνα με την έκδοση της νέας εφημερίδας του υπό τον εύγλωττο τίτλο Αιγαίον, τίτλο που δηλώνει τον ευρύτερο γεωγραφικό, εθνικό και πολιτισμικό χώρο, στον οποίο ανήκει η Σάμος. Το σαμιακό κίνημα αρχικά έχει ως στόχο τη διεύρυνση της αυτονομίας. Όμως ο Βακιρτζής μέσα από τις στήλες του Αιγαίου προπαγανδίζει την ένωση με την Ελλάδα. Επανειλημμένα, σε πύρινα πατριωτικά άρθρα του, διατυπώνει τη γνώμη του ότι η μόνη λύση για το νησί είναι "η ένωσις και μόνον η ένωσις". Πράγματι οι εθνικοί πόθοι εκπληρώνονται με το περίφημο ψήφισμα της σαμιακής εθνοσυνελεύσεως, στις 11 Νοεμβρίου 1912, με το οποίο η Σάμος διακηρύσσει ότι είναι πια "ηνωμένη μετά του ελληνικού Βασιλείου".

Μετά την εκπλήρωση των εθνικών πόθων, ο Βακιρτζής ασχολείται αποκλειστικά με τη δημοσιογραφία. Έως το 1915 τουλάχιστον το Αιγαίον υπήρξε η μοναδική εφημερίδα που τυπωνόταν στο νησί και συνέχισε να εκδίδεται μέχρι το 1941, παραμονές της ιταλικής κατοχής. Στα 2722 συνολικά φύλλα του καλύπτεται μια μεγάλη χρονική περίοδος στην οποία περιλαμβάνεται η ενσωμάτωση, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η μικρασιατική εκστρατεία, η προσφυγιά, οι πολιτικές εξελίξεις και η σαμιακή ζωή στη διάρκεια του μεσοπολέμου. Η γραμμή της εφημερίδας είναι εθνική - πατριωτική. Ο Βακιρτζής συντάσσεται με τους πολιτικούς εκείνους σχηματισμούς που θεωρεί ότι θα εξυπηρετήσουν καλύτερα τα εθνικά συμφέροντα και θα οδηγήσουν την Ελλάδα σε μεγαλείο αντάξιο της μεγάλης ιστορίας της. Αρχικά υποστηρίζει τον Σοφούλη και τον Βενιζέλο, στη συνέχεια τις κυβερνήσεις που οδήγησαν την Ελλάδα στη Μικρά Ασία. Μετά την καταστροφή τους πολιτικούς που κατά τη γνώμη του επιχειρούσαν να αποκαταστήσουν το γόητρο της μεγάλης πατρίδας. Ακόμα και το μεταξικό καθεστώς όχι για λόγους ιδεολογικούς αλλά διότι πιστεύει ότι ο Μεταξάς θα εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντα της πατρίδας.

Αποστασιοποιημένος πια από την ηγεμονία, αρχίζει να δημοσιεύει στην εφημερίδα του ιστορικές επιφυλλίδες για την περίοδο της αυτονομίας με σκοπό να καταγράψει τη δράση των ηγεμόνων, τα γεγονότα που συνέβησαν, τα προβλήματα που ανέκυψαν και τον τρόπο με τον οποίο τα αντιμετώπισαν οι εκπρόσωποι του σαμιακού λαού στις συνελεύσεις. Αυτές οι επιφυλλίδες αποτέλεσαν στη συνέχεια τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η ιστορία της ηγεμονίας.   

Στις 28 Απριλίου 1941, πριν ακόμα φτάσουν στη Σάμο τα ιταλικά κατοχικά στρατεύματα κλείνει οριστικά το Αιγαίον, κι έτσι θα αποφύγει κάθε συνεργασία, έστω και διά της βίας, με τους κατακτητές. Σ' αυτήν την περίοδο της Κατοχής και της νέας ιδιώτευσής του γράφει εξ αρχής την ιστορία της ηγεμονίας, που έμελλε να χαθεί, όπως προαναφέρθηκε, στη διάρκεια του βομβαρδισμού, όπως ο ίδιος εξιστορεί στον πρόλογο της έκδοσης που ετοίμαζε. Στα σχέδιά του ήταν η επίτομη ιστορία του 1912 και η συνέχειά της, δηλαδή η ιστορία της ηγεμονίας, να εκδοθούν από κοινού. Ο ακριβής τίτλος του νέου βιβλίου θα ήταν Ιστορία της Σάμου από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι του 1912. Ύστερα από την απελευθέρωση, όταν ξανάγραψε την ιστορία της Ηγεμονίας, είτε δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει τα προηγούμενα κεφάλαια είτε χάθηκαν τα χειρόγραφά του. Στα δακτυλόγραφα του Βακιρτζή έχει διασωθεί εξ ολοκλήρου μόνο το Ε΄ μέρος της ιστορίας που αναφέρεται στην ηγεμονία. Τα υπόλοιπα μέρη δεν υπάρχουν, εκτός από το πρώτο, που αφορά την αρχαία Σάμο, διατυπωμένο πολύ συνοπτικά. Για το λόγο αυτό ο τίτλος του παρόντος βιβλίου είναι ο τίτλος του Ε΄ μέρους, Ιστορία της Ηγεμονίας Σάμου 1834 - 1912.

Στην  έκδοση των ΓΑΚ προηγούνται ο Πρόλογος του Βακιρτζή, όπου συνυπάρχουν το ιστορικό της συγγραφής και σύντομη αυτοβιογραφία του, μια εκτενής περιγραφή της νήσου Σάμου, η οποία κατατοπίζει τον αναγνώστη για τη γεωγραφία του χώρου, και μια εισαγωγή, όπου πολύ συνοπτικά περιγράφεται η ιστορική διαδρομή του νησιού από τα αρχαία χρόνια μέχρι την αρχή της ηγεμονίας. Ακολουθεί το Ε΄ μέρος, δηλαδή η ιστορία της αυτονομίας σε δώδεκα κεφάλαια αναλυτικά, κατά τη διαδοχή των ηγεμόνων, μέχρι και την κήρυξη της ένωσης το 1912. Σε παράρτημα στο τέλος δημοσιεύονται ο πρόλογος της Α΄ έκδοσης του 1912 και όσα κεφάλαια του Α΄ μέρους είχαν ολοκληρωθεί και βρέθηκαν στο αρχείο του. Στην έκδοση τηρήθηκε πιστά η ορθογραφία του συγγραφέα, με ελάχιστες εξαιρέσεις για να διευκολύνεται ο σημερινός αναγνώστης. Θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς γιατί δεν επιλέξαμε τη λύση της επανέκδοσης της επίτομης Ιστορίας του 1912. Ο λόγος ήταν κυρίως οικονομικός. Το κόστος μιας τέτοιας έκδοσης θα ήταν σχεδόν διπλάσιο. Αλλά και για λόγους αρχής έναντι των παλαιών εκδόσεων δεν το επιχειρήσαμε, διότι πιστεύουμε ότι χάνεται έτσι η πολύτιμη σπανιότητά τους.

Ο Βακιρτζής ως ιστορικός ακολουθεί τη γραμμική αφήγηση, κατά το πρότυπο του Σταματιάδη, διακρίνοντας τα κεφάλαια ανάλογα με τους ηγεμόνες που διορίστηκαν από την Υψηλή Πύλη στη Σάμο. Εκτός από τα απαραίτητα βιογραφικά και τον χαρακτήρα κάθε ηγεμόνα, τις ικανότητες και τις προθέσεις του, εξιστορεί τα γεγονότα που συνέβησαν στη διάρκεια της διοίκησής τους, τα προβλήματα που αναφύονταν σε κάθε εποχή και πώς αυτά αντιμετωπίσθηκαν τόσο από τον ηγεμόνα όσο και από την τοπική κοινωνία αλλά και τους εκπροσώπους της γηγενούς εξουσίας, της Βουλής και των πληρεξουσίων των Γενικών Συνελεύσεων. Η ιστορική αφήγησή του περιλαμβάνει σε κάθε κεφάλαιο τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα της σαμιακής κοινωνίας, χωρίς να δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα σε κάποιον από τους τρεις τομείς. Περισσότερο ενδιαφέρεται να αναδείξει το μεγαλείο της πατρίδας του και του λαού της, ο οποίος κατόρθωσε με σπουδαίους αγώνες να κατακτήσει και να διατηρήσει το προνόμιο της αυτονομίας εντός των πλαισίων της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα οποία πολλές φορές γίνονταν ασφυκτικά.

Η χρήση της ιστορίας από τον Βακιρτζή είναι κατεξοχήν ιδεολογική. Η ιδεολογία που διατρέχει το σύνολο της ιστορίας του είναι ο πατριωτισμός του, η αγάπη και ο θαυμασμός του για το σαμιακό λαό, ο οποίος "έχει ευαίσθητη και παρθενική ψυχή", αποτελεί "κράμα όλης της ελληνικής φυλής", είναι το "απαύγασμα του όλου ελληνικού λαού, υπήρξε πάντοτε αισθηματικός, ίνδαλμά του η εθνική ιδέα". Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματά του σαμιακού λαού που θίγει στην ιστορία του υπήρξε ο τοπικισμός, οι αντιθέσεις μεταξύ των τεσσάρων τμημάτων της και ιδιαίτερα μεταξύ Βαθέος και Καρλοβασίων. Δεν αναλύει, ούτε εμβαθύνει σε κοινωνικές ή οικονομικές αιτίες για να ερμηνεύσει γεγονότα και καταστάσεις. Κατά τον Βακιρτζή τις αντιθέσεις εξέθρεψαν οι κομματικές διαμάχες κι αυτές πάλι η διοικητική διαίρεση του νησιού σε τμήματα.  Ωστόσο ο λαός της Σάμου παραμένει άδολος και αμόλυντος από τον κομματισμό. "Ευτυχώς" υποστηρίζει "η ψυχή του σαμιακού λαού δεν επηρεάσθη ποτέ εις τα μύχια από τας αντιθέσεις των ηγετών του". Πολλοί από τους ηγέτες του, όπως και οι πιο πολλοί ηγεμόνες αποδείχτηκαν "κατώτεροι των προσδοκιών του". Αλλά και η Ελλάδα, σε κάποιες περιπτώσεις, μολονότι "ο μικρός τόπος δεν έπαυσε να είναι προσηλωμένος εις την εθνικήν βλέψιν, δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων", ώστε να γίνει "βοηθός της αυτονομίας".

Ο Βακιρτζής έζησε το ηγεμονικό καθεστώς τόσο ως δημοσιογράφος όσο και ως στενογράφος των Γενικών Συνελεύσεων. Οι πηγές για την ιστορία του είναι τα πρακτικά των Συνελεύσεων, τα Σαμιακά του Σταματιάδη και τουλάχιστον από το 1900 και μετά η άμεση προσωπική του εμπειρία. Στις σελίδες της ιστορίας του αναδύεται η φιλοπατρία του που την εκφράζει με απλότητα, ενώ παράλληλα επιχειρεί να κρατήσει αποστάσεις από πρόσωπα τα οποία είχαν ενεργό συμμετοχή στα πολιτικά δρώμενα της εποχής του, ώστε να προσεγγίσει την ιστορία πιο "αντικειμενικά". Αναγνωρίζει την αξία της ως ερμηνευτικού μέσου για το παρόν και το μέλλον με απώτερο στόχο την εξυπηρέτηση μεγάλων εθνικών ιδεωδών, τα οποία και προβάλλει σε κάθε ευκαιρία.  "Χωρίς να στηριχθούμε στο παρελθόν δεν ημπορούμε να αντικρύσουμε το μέλλον. Αποτελούμε ένα αδιάκοπο σύνδεσμο και ο καθένας μας βρίσκεται μέσα στον σύνδεσμο τούτο, γιατί κανένας δεν είναι αυτεξούσιος και αυτοτελής". Αλλά πέρα από αυτά η ιστορία για τον Βακιρτζή αποτελεί ένα παιδαγωγικό μέσο για νέους και μεγαλυτέρους. Για το λόγο αυτό και παραθέτει στην αρχή τη φράση του Διοδώρου Σικελιώτη: "Τοις μεν γαρ νεωτέροις η ιστορία την των γεγηρακότων ποιεί σύνεσιν, τοις δε προσβυτέροις πολλαπλασιάζει την υπάρχουσαν εμπειρίαν".  

Η αξία της ιστορίας της σαμιακής αυτονομίας του Βακιρτζή έγκειται όχι τόσο στις βαθυστόχαστες αναλύσεις του συγγραφέα της ή στις αναγωγές στην ιδέα της συνέχειας του έθνους και στην αγνότητα του σαμιακού λαού, όσο στην πληθώρα των πληροφοριών που αφορούν τη Σάμο του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Η συνολική εξέταση της ηγεμονικής περιόδου, όπως καταγράφεται, αποτελεί μια καλή έμμεση πηγή, η οποία θα συντελέσει στην περαιτέρω έρευνα και μελέτη της τοπικής ιστορίας.
Η έκδοση αυτή δεν θα ήταν δυνατή αν δεν υπήρχε η αρωγή της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης και προσωπικά του νομάρχη κ. Μανόλη Κάρλα ο οποίος με μεγάλη προθυμία και ενθουσιασμό ενήργησε ώστε να χρηματοδοτηθεί η έκδοση. Εκ μέρους των ΓΑΚ εκφράζουμε τις πιο θερμές ευχαριστίες για την ηθική και υλική ενίσχυσή του ώστε να αποδοθεί στους Σαμιώτες και στο ερευνητικό κοινό το ανέκδοτο έργο ενός σημαντικού Σαμιώτη ιστορικού. Ευχαριστίες οφείλουμε επίσης στον διευθυντή της Κ. Υ. κ. Γ. Γιαννακόπουλο και στην Εφορεία των ΓΑΚ για την έγκριση της δημοσίευσης και τέλος, για μια ακόμη φορά, ευχαριστούμε την κ. Άντα Βακιρτζή που δώρισε το αρχείο Ιωάννη Βακιρτζή και εμπιστεύθηκε τη φύλαξη και διαχείρισή του από τα ΓΑΚ Σάμου.

Σάμος, 12-12-2004
Χ. Λάνδρος
Προϊστάμενος ΓΑΚ Σάμου


UNESCO Archives Portal